Μητροπολίτης Δωρόθεος

ΔΩΡΟΘΕΟΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ
ΔΩΡΟΘΕΟΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ

ΔΩΡΟΘΕΟΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ

ὁ ἀπὸ Λαοδικείας, 12 Μαρτίου 1946 -21 Μαρτίου 1974.

 κατὰ κόσμον Νικόλαος Γεωργιάδης ἐγεννήθη ἀπὸ γονεῖς τὸν Γεώργιον καὶ τὴν Βασιλικὴν εἰς τὸ Ἀλβανιτοχώριον τοῦ Βέϊκοζ, τῆς ἐπαρχίας Χαλκηδόνος τὸ 1891.

Τὴν ἀστικήν του παίδευσιν ἐλαβεν εἰς τὴν γενετειράν του καὶ τὸ Νεοχώριον τοῦ Βοσπόρου, τὰ τρία πρῶτα χρόνια τοῦ γυμνασίου τὰ παρηκολούθησεν εἰς τὴν Μεγάλην τοῦ Γένους Σχολὴν (1907-1910) καὶ κατόπιν ἐσυνέχισεν εἰς τὴν ἱερὰν Θεολογικὴν Σχολὴν τῆς Χάλκης (1910-1917), ὑποβαλὼν τὴν διατριβὴν «Ἡ Ἠθικὴ τοῦ Κάντιου» καὶ ἀποφοιτήσας ἀριστοῦχος. Παράλληλα εἶχε κλίσιν πρὸς τὴν ποίησιν καὶ τὴν μουσικήν. Ἐκτὸς τῆς ἑλληνικῆς καὶ τῆς τουρκικῆς, ἐγνώριζε τὴν λατινικὴν καὶ τὴν γερμανικήν.

Τὸν Σεπτέμβριον 1917 ἐχειροτονήθη διάκονος εἰς τὸν ναὸν τῆς Παναγίας Καφατιανῆς ἀπὸ τὸν Προύσης Δωρόθεον, ὀνομασθεὶς Δωρόθεος.

δίδαξε τὰ θρησκευτικὰ εἰς τὴν Μεγάλην τοῦ Γένους Σχολὴν (1917-1923).

Εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τοῦ    Πατριαρχείου εἰσῆλθε τὸ 1922, ὡς γ´ γραμματεὺς τῆς ἱερᾶς συνόδου. Τὸ ἴδιον ἔτος ὠνομάσθη ὑπογραμματεύς, τὸ δὲ 1924 α´ γραμματεύς, χειροτονηθεὶς τὴν 15ην Αὐγούστου 1924 εἰς τὸν πανσεπτον Πατριαρχικον Ναὸν εἰς πρεσβύτερον καὶ προχειρισθεὶς κατ᾽ Ὀκτώβριον τοῦ ἰδίου ἔτους εἰς ἄρχιμανδριτην, καὶ τὸ 1925 ἀρχιγραμματεύς.

Τὴν 17ην Δεκεμβρίου 1927 ἐξελέγη τιτουλάριος μητροπολίτης Λαοδικείας, χειροτονηθεὶς τὴν 1ην Ἰανουαρίου 1928 εἰς τὸν πανσεπτον Πατριαρχικόν Ναόν, ὑπὸ τοῦ ΚΠόλεως Βασιλείου Γ´, διὰ Πατριαρχικῆς καὶ Συνοδικῆς λειτουργίας. Ἐνεγράφη εἰς τὸ συνταγμάτιον τὴν 31ην Ἰουλίου 1928 καὶ ἐκλήθη συνοδικός. Ὠνομάσθη εἰσηγητὴς αὐτῆς. Ἔκτοτε ἐτέλει συνεχῶς συνοδικὸν μέλος. Ὑπηρέτησεν ὡς συνοδικὸς ἐπίτροπος ὡς μέλος καὶ πρόεδρος αὐτῶν. Ἀπὸ τοῦ 1932-1934 ἧτο τοποτηρητὴς τῆς Μεγάλης Πρωτοσυγκελλίας.

Τὴν 12ην Μαρτίου 1946 ἐξελέγη μητρ. Πριγκηποννήσων.

Μετέσχεν εἰς πλείστας ἐκκλησιαστικὰς ἀποστολὰς εἰς τὸ ἐσωτερικὸν καὶ τὸ ἐξωτερικόν, τὴν Σερβίαν, τὴν Ῥουμανίαν, τὴν Βουλγαρίαν, τὴν Ἑλλάδα, τὴν Αὐστρίαν, τὴν Γερμανίαν.

Κατὰ τὸ ταξίδιόν τοῦ ΚΠόλεως Μαξίμου Ε´ εἰς τὸ ἐξωτερικὸν (1947) διετέλεσε πατριαρχικὸς ἐπίτροπος.

 Πριγκηποννήσων Δωρόθεος εἶχε πλατεῖαν μόρφωσιν, εὐρύτητα ἀντιλήψεως, πεῖραν καὶ εὐχέρειαν εἰς τὴν ἀντιμετώπισιν καὶ τὴν λύσιν τῶν ζητημάτων. Εὑρίσκετο πολὺ κοντὰ εἰς τὸν ἄνθρωπον καὶ τὴν φύσιν. Εἶχεν ἐμφανῆ κλίσιν πρὸς τὰς καλὰς τέχνας. Ἧτο φιλάνθρωπος καὶ λεπτὸς στοὺς τρόπους. Ἧτο γνωστὸς ἀπὸ τὰ κηρύγματα, τὰς ὁμιλίας, τὰς διαλέξεις, τὰς μεταφράσεις καὶ τὰς ἐργασίας του. Εἰς τὰ δημοσιεύματά του ἐχρησιμοποίει τὴν καθαρεύουσαν καὶ ἄλλας φορὰς τὴν ὁμιλουμένην ἑλληνικήν.

πὸ τοῦ 1946-1963 ἧτο διευθυντὴς καὶ ὑπεύθυνος τοῦ περιοδικοῦ «Ὀρθοδοξία».

Τὸ 1957 ἐξελέγη ἐπίτιμος ἑταῖρος τῆς ἐπιστημονικῆς ἑταιρείας Ἀθηνῶν, κατὰ δὲ τὸ 1971 ἢ Ἐκκλησία ἑώρτασε τὸ ἰωβηλαῖον αὐτοῦ. Ὕπηρξεν ἕνας ἀπὸ τοὺς κορυφαίους ἱεράρχας τοῦ Κ´ αἰῶνος. Δὲν ἐγράφη ἀκόμη ἡ βιογραφία / ἀνάλυσις / ἀξιολόγησις τοῦ  ἀνδρὸς τούτου.

πέθανεν εἰς μεγάλην ἡλικίαν 84 ἐτῶν, τὴν Πέμπτην 21ην Μαρτίου 1974. Ἡ κηδεία του ἐτελέσθη τὴν Κυριακὴν 24ην Μαρτίου 1974 εἰς τὸν μητροπολιτικὸν ναὸν τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, εἰς τὴν Πρίγκηπον ἀπὸ τὸν ΚΠόλεως Δημήτριον, μετὰ τῶν μελῶν τῆς ἱερᾶς συνόδου. τὸν ἐπικήδειον ἐξεφώνησεν ὁ τότε ὑπογραμματεὺς τῆς ἱερᾶς συνόδου Φίλιππος Καπετανίδης (Τυάνων). Ἐτάφη εἰς τὸ κοινοτικὸν νεκροταφεῖον τῆς Πριγκήπου.

γραψε πολλὰ ἄρθρα.

 Αἱ κυριώτεροι ἐργασίαι του εἶναι:

ΔΩΡΟΘΕΟΥ  ΠΡΙΓΚΗΠΟΝΝΗΣΩΝ  (ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ) Ἡ Βάτος  τοῦ Μωϋσέως, ΚΠ, 1925.
Ἡ Ἐπωνυμία τῆς Μονῆς τῆς Χώρας, 1930.
Ὁ Γραμμένος Λόγος, 1934.
Ἡ Θεία Λειτουργία,
Ἡ Συνάντησις, 1960.
Ἡ Μονὴ τοῦ Ταιζέ, Ὀρθοδοξία 1961.
Ἡ Δυτικὴ Ὀρθοδοξία, 1962.
Ἡ Φύσις μέσα ἀπὸ τὴν Ποίησι, 1963.
Ἡ Πορεία τοῦ Πατριάρχου εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ τὴν Ἑλλάδα, 1963, καὶ ἄλλα.