ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΡΙΓΚΗΠΟΝΝΗΣΩΝ κ.κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΙΣ ΔΙΑΚΟΝΟΝ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑΝ ΤΟΥ κ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΚΑΡΑΤΖΙΚΟΥ
(Ἱ. Ναός Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Πριγκήπου,
Ἱ. Μνήμη Ἁγίων Κωνσταντίνου καί Ἑλένης, 21 Μαϊου 2021)
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Χριστός Ἀνέστη!
Ὁ Ἀναστάς Χριστός κατά τήν ἐφετεινή Ἁγία Πασχαλινή περίοδο πού εἰσέτι διερχόμεθα ἐπιδαψιλεύει εἰς τήν καθ’ἡμᾶς Θεόσωστο Ἐπαρχία τῶν Πριγκηποννήσων, τήν ἰδιαιτέρα πνευματική χαρά τῆς εἰς Διάκονον χειροτονίας τοῦ ἀγαπητοῦ ὑποδιακόνου Βασιλείου, εὐλαβοῦς καί πιστοῦ γόνου τῆς Πριγκήπου. Καί μάλιστα κατά τήν σημερινή ἑόρτιο ἡμέρα τῆς ἱερᾶς μνήμης τοῦ Ἱδρυτοῦ τῆς Βασιλευούσης Πόλεως τῶν πόλεων, τῆς καί γενετείρας ὅλων μας Κωνσταντινουπόλεως, τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου καί τῆς μακαρίας μητρός αὐτοῦ Ἁγίας Ἑλένης, εἰς τήν ὁποίαν ἡ συνείδησις τῆς Ἐκκλησίας ἀποδίδει τήν αἴσθησιν τῆς μεγαλυτέρας χαρᾶς τῆς ζωῆς της «ὅτε εὗρε τόν Τίμιον Σταυρόν». Ἡ πρώτη μου, λοιπόν, εὐχετήρια σκέψις εἶναι, Βασίλει, ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ νά εἶναι καί τῆς δικῆς σου ἱερατικῆς ζωῆς τό στήριγμα καί ἡ παραμυθία.
Χαίρει ἀσφαλῶς σἠμερα καί ἡ ἐλαχιστότης μου προσωπικῶς μεγάλη ὄντως χαρά ἐκ τοῦ ἱεροῦ αὐτοῦ ἐκκλησιαστικοῦ γεγονότος τῆς συνεχίσεως τοῦ μυστηρίου τῆς μεταδόσεως τῆς Θείας Χάριτος. Νοιώθω δέ, ἐξ ἀφορμῆς αὐτοῦ, ὅτι ὁ Ἐπουράνιος Θεός ἀνταποκρίνεται δαψιλῶς εἰς τίς προσευχητικές μου προσδοκίες, τίς ὁποῖες διετύπωσα πρό τριετίας κατά τήν ἡμέρα τῆς ἐνθρονίσεώς μου ὡς Μητροπολίτου Πριγκηποννήσων.
Ἐν ἐπιγνώσει, ἀδελφοί μου, τῶν συνθηκῶν ζωῆς τῆς Μητρός Ἐκκλησίας καί τῆς περί αὐτήν Ὁμογενείας μας, ἀσφαλῶς δέν ἐπέτρεψα εἰς ἐμαυτόν νά ὁμιλήσῃ κατά τήν ἐνθρόνισιν διά στόχους καί σχεδιασμούς, τούς ὁποίους ἡ ἀπολύτως ἐμφανής συρρίκνωσις τῆς Ὁμογενείας μας, καί ὄχι μόνον, καθιστᾷ κατά τήν ἐποχήν αὐτήν ἐκ τῶν πραγμάτων ἀνέφικτους.
Κατά τήν ἱερά ἐκείνη ἡμέρα τῆς ζωῆς μου, Πασχαλινῆς καί τότε περιόδου, ἐπικαλέσθηκα μόνον τό Ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ὥστε ἡ ἀείποτε ἀγαθή δόσις Του πρός τούς πιστῶς δεομένους νά καταστήσῃ ἐκκλησιαστικῶς καί πνευματικῶς, εἰ δυνατόν, καρποφόρο τήν φιλάνθρωπο μέριμνα καί τήν ἐν γένει ποιμαντική μου διακονία. Ὅλως ἰδιαιτέρως ηὐχἠθην ὑπέρ τῆς ἐνισχύσεως τῆς λειτουργικῆς ζωῆς τῆς Μητροπόλεως δι’ἐμπλουτισμοῦ τοῦ ἱεροῦ κλήρου αὐτῆς ἐπ’ὠφελείᾳ ψυχικῇ τοῦ ὀλιγοστοῦ ἀλλά πιστοῦ καί παραδοσιακοῦ λαοῦ τῶν Πριγκηποννήσων.
Σήμερα, μέ ἀξιώνει ὁ Θεός νά προσφέρω εἰς τήν διακονίαν τοῦ μικροῦ αὐτοῦ ποιμνίου τῆς Ἐπαρχίας, τόν τρίτον ἐπί πλέον κληρικόν μετά τόν Πρωτοσύγκελλον Ἀρχιμανδρίτην π. Διονύσιον καί τόν Πρωτοπρεσβύτερον π. Θωμᾶ.
Ἀγαπητέ μου Ὑποδιάκονε Βασίλειε,
Εἶσαι προσφιλής υἱός εὐλαβῶν γονέων, πού ἰδιαιτέρως ἐκτιμῶ, ἀλλά καί φερώνυμος ἐγγονός τοῦ μακαρίᾳ τῇ λήξει γενομένου ἀειμνήστου Πρεσβυτέρου Βασιλείου Καρατζίκου, εὐόρκως ἱερατεύσαντος ἐνταῦθα ἐπί μίαν πεντηκονταετίαν καί πλέον. Διαθέτεις, κατά ταῦτα, ἱερατικές καταβολές καί εὐδιάκριτη οἰκογενειακή εὐαγωγία. Αὐτήν, ὅπως καί τήν σεμνότητα τοῦ ἤθους σου, πέραν τῶν ἀγαθῶν μαρτυριῶν καί συστάσεων, τήν διακρίνω καί προσωπικῶς κατά τήν διαρρεύσασα σύν Θεῷ τριετία τῆς ταπεινῆς ποιμαντορίας μου ὡς Μητροπολίτου τῆς γενετείρας σου. Γιά αὐτό καί νοιώθω καί τήν ἑτοίμη διάθεσι τῆς ψυχῆς σου νά ὑπηρετήσῃς μέ τήν σεμνότητα, τήν μειλιχιότητα καί τήν ἀπερήφανη στάσι τοῦ χαρακτῆρός σου τήν Ἐκκλησία μας ὡς Διάκονος αὐτῆς.
Θέλω νά γνωρίζῃς ὅτι ἡ στιγμή αὐτή τῆς χειροτονίας σου εἶναι ἡ ἱερωτέρα στιγμή τῆς ζωῆς σου. Νά τό θυμᾶσαι καί νά εὐγνωμονῇς τόν Θεόν, ὁ Ὁποῖος σἐ καταξιώνει πρός τοῦτο.
Ὃμιλῶν γιά τό μυστήριο τῆς Ἱερωσύνης ὁ Μέγας Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως καί Πατήρ τῆς Ἐκκλησίας μας Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, μᾶς διδάσκει ὅτι κατ’οὐσίαν διά χειρός τοῦ κανονικοῦ Ἐπισκόπου, Αὐτός ὁ Θεός τό πᾶν ἐνεργεῖ. Λέγει ὁ Ἱερός Πατήρ:
«Τοῦτο ἡ χειροτονία ἐστί, ἡ χείρ ἐπίκειται τοῦ ἀνδρός, τό δέ πᾶν ὁ Θεός ἐργάζεται καί ἡ αὐτοῦ χείρ ἐστιν ἡ ἁπτομένη τῆς κεφαλῆς τοῦ χειροτονουμένου, ἐάν ὡς δεῖ χειροτονεῖται” (Εἰς τάς Πράξεις, Ὁμιλ. ΙΔ΄, P.G. 60,116∙ βλ. καί Ὁμιλ. ΙΕ΄, P.G. 60,119).
Ἐντός ὀλίγου, λοιπόν, διά τῆς ἐπιθέσεως τῆς χειρός τοῦ Ἐπισκόπου σου καί τῆς ὑπ’αὐτοῦ ἐπικλήσεως τῆς Θείας Χάριτος τοῦ Παναγίου καί Τελεταρχικοῦ Πνεύματος, θά λάβῃς τόν πρῶτον βαθμόν τῆς ἱερωσύνης καθιστάμενος Διάκονος.
Πέραν τῶν ἀνωτέρω, σέ προτρέπω, Βασίλειε, νά καλλιεργῆς κατά τήν ἱερατική σου ζωή τόν φόβο καί τή ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία μυστικῶς θά ἐνδυναμώνῃ καί τήν πρός Αὐτόν Πίστιν σου πού εἶναι ἡ μεγαλυτέρα καί ὑπερλογος δύναμις τῆς ψυχῆς μας.
Καί ἐάν πορεύεσαι μέ πίστι καί ἀγάπη καί φόβο Θεοῦ, τότε θά ἀγαπᾷς καί τούς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι δικαιοῦνται νά ἐπιζητοῦν πρότυπα εὐσπλαγχνίας καί ἀγαπητικῆς συγχωρητικότητος καί ἀνοχῆς. Εὔχομαι τέτοιο πρότυπο νά καταστῇς κατά τούς καιρούς αὐτούς τῆς ἐμφανοῦς πνευματικῆς ξηρασίας.
Πρόσελθε, λοιπόν, μετά πολλοῦ φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης διά νά λάβῃς τήν Χάριν τήν Θείαν. Αὐτή εἴη πάντοτε μετά σοῦ. Ἀμήν.
Σεβασμιώτατε Γέροντα Μητροπολίτα Πριγκηποννήσων κ. Δημήτριε,
Ίσταμαι ενώπιόν σας, σε έναν ιερό ναό και έναν τόπο που είναι συνυφασμένος με όλη τη ζωή μου. Με το παρελθόν μου, με την παιδική ηλικία μου, με τη νιότη μου. Με θυμάμαι, παιδί ακόμα, που έψαλλα σιγανά τα απογεύματα περπατώντας από τον ναό προς το σπίτι το προκείμενο του Εσπερινού «το έλεος σου κύριε καταδιώξει με πάσας τας ημέρας της ζωής μου». Λόγω της μικρής μου ηλικίας δεν το καταλάβαινα με το μυαλό. Ωστόσο, μιλούσε στην ψυχή μου, για την οποία ο καρδιογνώστης Θεός είχε προγράψει την πορεία της.
Η απόφασή μου να διακονήσω το ιερό θυσιαστήριο ήρθε στα σαρανταπέντε μου χρόνια όχι τυχαία. Κοιτάζοντας προς τα πίσω πλέον αναγνωρίζω την κάθε απόφαση, την κάθε συμβουλή, την κάθε εικόνα που με οδήγησε σε αυτήν την απόφαση. Ο παππούς μου, πατήρ Βασίλειος Καρατζίκος, ιερεύς στην Πρίγκηπο, αποτέλεσε μια εμβληματική μορφή στη ζωή μου. Θυμάμαι ότι μύριζε λιβάνι. Άνθρωπος που αγαπούσε την Εκκλησία και περνούσε πολύ χρόνο μέσα σε αυτή. Ο παππούς μαζί με τους συνεφημερίους του κρατούσαν ζεστό το θυμιατό της εκκλησίας, ασίγητη την καμπάνα και ανοιχτά τα βιβλία του αναλογίου.
Ευγνωμοσύνη οφείλω στους γονείς μου, Χαράλαμπο και Μαρία Καρατζίκου. Η ευλάβειά τους, ο βίος τους και η παρουσία τους στη ζωή της Εκκλησίας ήταν τα φώτα πορείας στη ζωή μου. Ο πατέρας μου με τον ενεργό ρόλο του στα κοινά και η μητέρα μου με την σιγαλή ευλαβή παρουσία διατήρησαν μέσα μου δυνατή την αίσθηση του ανήκειν στην Εκκλησία και -πότε με το λόγο, πότε με την πράξη τους- με δίδαξαν ορθοδοξία αλλά και ορθοπραξία.
Ευτύχησα να έχω μια ευλαβέστατη σύζυγο, τη Λαβίνια, η οποία γνωρίζοντας τη μύχια επιθυμία μου να ιερωθώ, μου αναζωπύρωνε την αγάπη για την Εκκλησία, έστεκε δίπλα μου σε όλες τις ανηφόρες της ζωής ενισχύοντάς μου την πίστη και την αγάπη στον Θεό. Η Λαβίνια όχι μόνο δέχτηκε ασμένως να πορευθεί μαζί μου στην νέα μας ζωή, αλλά και με στηρίζει στη μελέτη μου και αναλαμβάνει εν πλήρει επιγνώσει και την δική της αποστολή πλέον, ως πρεσβυτέρα.
Ο υιός μου Αιμίλιος άκουσε ενθουσιωδώς την απόφαση για την ιεροσύνη. Σε αυτόν διέκρινα τον ενθουσιασμό των παιδιών που κρατώντας βάγια καλωσόριζαν τον Κύριο, όταν Αυτός εισόδευε στην Ιερουσαλήμ. Γιατί τα παιδιά αναγνωρίζουν την ιερότητα των στιγμών, και βλέπουν τις αντανακλάσεις της Βασιλείας σε κάθε απόφαση ζωής.
Όλοι οι άνθρωποί μου, ζώντες και ιερώς κεκοιμημένοι, κράτησαν αναμμένο τον άνθρακα της πίστης μου στον Θεό, οι πρώτοι με την ζωή τους και το λόγο τους, οι δε με τα αποτυπώματα που άφησαν στην συνείδησή μου.
Ο άνεμος όμως που πύρωσε αυτόν τον άνθρακα της πίστης φύσηξε πριν μερικά χρόνια. Εσείς, Σεβασμιότατε Πάτερ και Δέσποτα, πυρώσατε την πίστη μου και μου εμπνεύσατε την επιθυμία περπατήσω ως κληρικός στο στενό δρόμο που οδηγεί στη Βασιλεία του Θεού. Εσείς μας δείχνετε δρόμους στα αδιέξοδα και στέκεστε μπροστά, για να προχωρούμε σε ανηφόρες και στενωπούς. Με ενθαρρύνατε και με καθοδηγήσατε. Φροντίσατε δε, κατά πάντα και δια πάντα σοφά και διακριτικά επιστρατεύοντας τους ανθρώπους που διακονούν στην Ιερά Μητρόπολη Πριγκηποννήσων.
Την αγωνία μου για να διακονήσω εν επιμελεία και τάξη ως κληρικός την αγκαλιάσατε πριν αυτή προλάβει να μου δημιουργήσει οποιοδήποτε άγχος. Υπό την καθοδήγησή σας ο Πανοσιολογιώτος Αρχιμανδρίτης π. Διονύσιος Τζίτζος, ο και Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Πριγκηποννήσων, και ο Αιδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος πατήρ Δημήτριος Τσιρόπουλος με υπευθυνότητα και αδελφική αγάπη με μύησαν στο δαιδαλώδες αλλά συναρπαστικό τυπικό των ιερών ακολουθιών. Υπό την άγρυπνη μέριμνά σας ο Μουσικολογιώτατος Πρωτοψάλτης, κ. Μιχαήλ Αναστασιάδης, προφρόνως με δίδαξε τους ήχους και τους δρόμους του ψάλλειν.
Η πρόεδρος και τα μέλη της εφοροεπιτροπής της Πριγκήπου στάθηκαν δίπλα μου. Δεν είναι μόνον άνθρωποι που βρίσκονται ψηλά στη συνείδησή μου αλλά και χριστιανοί που με την ευλάβεια και το θυσιαστικό πνεύμα τους μού έδιναν το παράδειγμα του προσφέρειν και προσφέρεσθαι.
Ίσταμαι ενώπιόν σας σε έναν ιερό ναό και έναν τόπο που είναι συνυφασμένος με το μέλλον μου. Με την προσευχή σας και την καθοδήγησή σας ζητώ να γίνω εργάτης στον αμπελώνα του Κυρίου. Σε αυτόν τον αμπελώνα που, όσο ξερό και αν είναι το χώμα του, εσείς ξέρετε πώς να τον κάνετε να βγάζει γλυκό καρπό.